- ξεφτάω
- ξεφτάω (δε συνηθίζεται η κλίση σε -ώ), ξέφτισα, ξεφτισμένος βλ. πίν. 70——————Σημειώσεις:ξεφτάω : σύμφωνα με τη Γραμματική Τριανταφυλλίδη, όταν οι δύο τύποι σε -άω και σε -ίζω έχουν την ίδια σημασία, τότε επικρατεί ο αόρ. σε -ίσα.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.